Παρασκευή 24 Ιουλίου 2015

Το θανατικό στη Θεσσαλονίκη του ʽ44




Με το μπάσιμο του καλοκαιριού του ʽ44 οι ταγματασφαλίτες άρχισαν να σκοτώνουν τη νύχτα πραγματικούς, ή υποτιθέμενους αριστερούς, που πήγαιναν και τους έπιαναν μες στα σπίτια τους, ύστερα τους τραβάγανε λίγο παραπέρα και τους πυροβολούσαν. Οι συγγενείς, ακούγοντας τις πιστολιές, καταλάβαιναν πολύ καλά τι είχε συμβεί, αλλά κανένας δεν κόταγε να βγει έξω από το σπίτι του. Ο απαισιότερος ήχος που ακούγαμε στην Κατοχή δεν ήτο το πανδαιμόνιο των βομβαρδισμών, αλλά τα βήματα των περαστικών Γερμανών ή ταγματασφαλιτών, μέσα στη σιγαλιά της νύχτας. Εννοείται ότι οι εκτελέσεις των ταγματασφαλιτών συνοδευόντουσαν από το απαραίτητο πλιάτσικο. Μέσα στη Θεσσαλονίκη οι ταγματασφαλίτες άρχισαν να καθαρίζουν από τον Μάιο του ʽ44 και αυτή η ιστορία τράβηξε ως τα τέλη Οκτωβρίου. Σχεδόν όλα τα θύματα των ταγματασφαλιτών είναι θαμμένα, για πάντα, κάτω από το Καφταντζόγλειο Στάδιο.


[…] Όταν ο νεκρός ήταν ένας και μοναδικός τον παράχωναν σε ατομικό τάφο. Σύντομα, όμως, οι πεθαμένοι άρχισαν να πληθαίνουν. Τότε η διεύθυνση του νεκροταφείου Αγίας Φωτεινής διέταξε να σκάψουν κάτι μεγάλους λάκους (προς τη μεριά της ρεματιάς), όπου έπιασαν να θάβουν τους σκοτωμένους σε αλλεπάλληλες σειρές. Δηλαδή, όταν κουβαλάγανε μια μέρα, ας πούμε, οχτώ πτώματα τα πετάγανε στον ομαδικό τάφο, ρίχνοντας πάνω τους λίγο χώμα, ώσπου γέμιζε ο λάκος και τότε φτυάριζαν όλο το υπόλοιπο χώμα που ήταν ντανιασμένο γύρω στον ομαδικό τάφο. Τα ίχνη των ομαδικών τάφων της Αγίας Φωτεινής εξαφανίστηκαν οριστικά από τις μπουλντόζες του εργολάβου που οικοδόμησε το Καφταντζόγλειο.


 Πηγή: Ηλίας Πετρόπουλος, «Πτώματα, πτώματα, πτώματα…», εκδ. Νεφέλη 1988, σελ. 25-26, 30-31.




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου