Κυριακή 4 Δεκεμβρίου 2016

Δεκέμβρης

Με μάτια που «η πείνα εμαύρισε», ξεφλουδισμένα τακούνια και ξεφτισμένα παλτό. Πορεύονται, με κραυγές και οδυρμούς, στα κακοτράχαλα μονοπάτια του Δεκέμβρη. Ένα ευαίσθητο αυτί μπορεί να ακούσει τις φωνές μεγάλων και μικρών. Το φωνάζουν δυνατά, και οι βασανισμένες τους υπάρξεις πλημμυρίζουν από οργή:
Κάτω ο φασισμός!




Έχω φυλάξει κάτι αποκόμματα με κάποιον που λέγανε πως είσαι συ.
Ξέρω πως λένε ψέματα οι εφημερίδες,
γιατί γράψανε πως σου ρίξανε στα πόδια.
Ξέρω πως ποτέ δε σημαδεύσουνε στα πόδια.
Στο μυαλό είναι ο Στόχος,
το νου σου ε;

(Κατερίνα Γώγου, Καμιά φορά)



Κρατήστε τους γιους σας μέσα στο σπίτι, μανάδες της Αθήνας!
Ή ανάψτε γι’ αυτούς ένα κερί: απόψε το βράδυ
Ο Γέρος της Ντάουνινγκ Στριτ σας φέρνει πίσω το Βασιλιά σας

(Μπρεχτ, Ο Γέρος της Ντάουνινγκ Στριτ )





Γυρίσανε ελευθερωτές από τη μάχη
Για να βρούνε καινούρια αφεντικά στις πολιτείες τους.
Ανάμεσα απ’ τα κανόνια προβάλλουν οι έμποροι.

(Μπρεχτ, Μαθαίνοντας τα νέα για το λουτρό αίματος των Τόρυδων στην Ελλάδα) 




Λίγο πριν το ιστορικό "κλικ". Λίγο πριν την αιωνιότητα. 



Λαέ απελπισμένε, τα όπλα σου μπιστέψου μον᾽,
ελπίδα καν’ την τη συμπόνια τους.
Το μαύρο φως πολέμησε με την ελπίδ᾽ αυτή,
το θάνατο το μακελάρη που στον τόπο σου εχ᾽ αφηνιάσει.
Λαέ απελπισμένε, λαέ ηρώων.

(Paul Eluard, Αθήνα) 



«Ντρέπομαι, ντρέπομαι τρομερά για το ρόλο που παίζει εδώ η Βρετανία… Θα ήθελα να ήμουνα στη Βουλή των Κοινοτήτων και ν’ ακούσω και να μπω στη συζήτηση… Θα εκσφενδόνιζα την ντροπή των πράξεών μας στο πρόσωπο της κυβέρνησης που είναι υπεύθυνη γι αυτά τα εγκλήματα. Η δημοκρατία μας μπουκώνεται στον ελληνικό λαό με τις σφαίρες. Για ποιο λόγο αποχωριστήκαμε, γιατί αποχωρίστηκα από τα παιδιά; Για ποιο λόγο έχει η χώρα μας ολοκληρωτικοποιηθεί; Για ποιο λόγο έχει η χώρα μας ματώσει, βομβαρδιστεί και ο Θεός ξέρει τι άλλο; Ειλικρινά, είμαι βαθιά κλονισμένος από τις εξελίξεις που έχουν πάρει τα πράγματα –και δεν είμαι μόνος…”».

(γράμμα του Βρετανού στρατιώτη Ράιζ, που υπηρετούσε τότε στην Ελλάδα)



Θὰ φύγουμε κάποτε ἀθόρυβα καὶ θὰ πλανηθοῦμε
Μὲς στὶς πολύβοες πολιτεῖες καὶ στὶς ἔρημες θάλασσες
Μὲ μιὰν ἐπιθυμία φλογισμένη στὰ χείλια μας
Εἶναι ἡ ἀγάπη ποὺ γυρέψαμε καὶ μᾶς τὴν ἀρνήθηκαν
Ξεχνοῦσες τὰ δάκρυα, τὴ χαρὰ καὶ τὴ μνήμη μας
Χαιρετώντας λευκὰ πανιὰ π᾿ ἀνεμίζονται.
Ἴσως δὲ μένει τίποτ᾿ ἄλλο παρὰ αὐτὸ νὰ θυμόμαστε.
Μὲς στὴν ψυχή μου σκιρτᾶ τὸ ἐναγώνιο Γιατί,
Ρουφῶ τὸν ἀγέρα τῆς μοναξιᾶς καὶ τῆς ἐγκατάλειψης
Χτυπῶ τοὺς τοίχους τῆς ὑγρῆς φυλακῆς μου
            καὶ δὲν προσμένω ἀπάντηση
Κανεὶς δὲ θ᾿ ἀγγίξει τὴν ἔκταση τῆς στοργῆς
            καὶ τῆς θλίψης μου.

 (Μανόλης Αναγνωστάκης, 13.12.43)

Επιμέλεια-Εικονογράφηση: Βαρβαρήγος Άκης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου